Thursday, June 08, 2006

Justice through superior firepower, IV

Η πρόσφατη τραγωδία στα ανοιχτά της Καρπάθου και η δυναμική τοποθέτηση του τέως Προέδρου της Δημοκρατίας κ. Κωστή Στεφανόπουλου υπέρ της προσφυγής στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης έδωσαν την ευκαιρία στους Έλληνες πολίτες για να ενημερωθούν καλύτερα επί των Ελληνοτουρκικών διαφορών. Αποδείχτηκε ότι οι προβληματικές σχέσεις μας με την Τουρκία δεν οφείλονται στην προαιώνια έχθρα, ούτε στον Αττίλα, ούτε στις δόλιες κινήσεις της Τουρκίας στη Θράκη, ούτε στην ποικιλόμορφη πολιορκία του Πατριαρχείου της Κων/πολης από διάφορα στοιχεία εντός ή εκτός του Τουρκικού κρατικού πλαισίου.
Η αντιπαλότητα Ελλάδας και Τουρκίας εν πολλοίς εστιάζεται στη διεκδίκηση του μεταξύ τους θαλάσσιου και εναέριου χώρου. Αυτό είναι το κύριο κομμάτι του προβλήματος όσον αφορά στην Ελλάδα, που εν τέλει νοιώθει επαρκής μέσα στα σύνορα που εξασφάλισε μετά τον Β’ ΠΠ. Η μεταπολεμική απογοήτευση για τη μη έμπρακτη αναγνώριση των θυσιών της χώρας μας από τους τότε συμμάχους ξεπεράστηκε με το πέρασμα του χρόνου. Η Ελλάδα πλέον αμύνεται των κεκτημένων της τα οποία, συμπτωματικά, ταυτίζονται με τόπους όπου η Ελληνική παρουσία ιχνηλατείται μέχρι την προϊστορία. Η διεκδίκηση του Αιγαίου όμως, από τους Τούρκους, υπακούει σε διαφορετικό δόγμα. Αυτό δεν είναι άλλο από το περιβόητο περί «ζωτικού χώρου».

Από όλους τους μύθους που κατά κόρον διαδίδουν τα εμπορικά δελτία ειδήσεων παγκοσμίως, στα ρεπορτάζ τους για την Τουρκία, ο μακράν πλέον διαδεδομένος και υπερ-προβαλλόμενος είναι αυτός για την αντιπαλότητα των στρατοκρατών με τους πολιτικούς. Το βλοσυρό ύφος των Τούρκων στρατηγών, οι φανταχτερές στολές τους, το βεβαρημένο από πραξικοπήματα ιστορικό του Τουρκικού στρατού αλλά και η βαρβαρότητα για την οποία φημίζεται, εύκολα δημιούργησαν μια εικόνα που πουλάει πολύ στο κοινό, όχι μόνο το τηλεοπτικό.
Η Τουρκία κατοικείται από ένα έθνος που η Ισλαμική του πίστη και παράδοση είναι υπερχιλιετής. Εδώ έχουμε ένα μοναδικό παράδοξο: Ο Τουρκικός στρατός δεν υπονομεύει τη Δημοκρατία. Αντίθετα, είναι ο μοναδικός εγγυητής της τον οποίο η συντριπτική πλειοψηφία των Τούρκων πολιτών αναγνωρίζει ως τέτοιο. Γιατί οι Τούρκοι μια μόνο «δημοκρατία» ξέρουν. Την Κεμαλική. Με το στρατό την επέβαλε ο Ατατούρκ, με το στρατό την υπερασπίστηκε και καμία άλλη δύναμη δεν έχει καταφέρει να εμπνεύσει στους Τούρκους τη σιγουριά και την εμπιστοσύνη ότι η χώρα τους θα παραμείνει ισχυρή, ενωμένη και κοσμική.

Με την καταιγιστική άνοδο του Ταϊπ Ερτοάν στην εξουσία και την πρωτοφανή κοινοβουλευτική πλειοψηφία που πέτυχε, δημιουργήθηκε ένα δεύτερο παράδοξο. Το κυβερνητικό κόμμα της Τουρκίας και ο ίδιος ο επικεφαλής του, ο πρωθυπουργός Ερτοάν, έχουν ως ηθικό τους στήριγμα το Ισλάμ. Ηθικό τους στήριγμα όμως, μόνο. Κατά τα άλλα το Κόμμα της Δικαιοσύνης και της Ανάπτυξης λειτουργεί όπως κάθε άλλο, στα πλαίσια ενός κοινοβουλευτικού πολιτεύματος. Από τον καιρό που ήταν δήμαρχος της Κωνσταντινούπολης ο Ταϊπ Ερτοάν αντιλήφθηκε ότι δεν διέθετε ικανή λαϊκή υποστήριξη για να αυξήσει την επιρροή της θρησκείας στα σύγχρονα Τουρκικά ήθη (τα ήθη, μόνο). Το ξαναδιαπίστωσε ως πρωθυπουργός. Δεν τίθεται θέμα αύξησης της επιρροής του Ισλάμ στη λειτουργία του κράτους. Δεν αποτελεί κάτι τέτοιο επιδίωξη του Ερτοάν ακόμα και αν είναι η εσώψυχη επιθυμία του γιατί είναι κυριολεκτικά εξωπραγματικό. Εδώ είναι το δεύτερο παράδοξο: με την πολιτική νίκη που κατήγαγε στις εκλογές ο Τούρκος πρωθυπουργός φιλοδοξεί να προάγει το νεότευκτο, ισλαμογενές κόμμα του, στη θεσμική θέση που κατέχει ο Τουρκικός στρατός. Θέλει το λαοπρόβλητο Κόμμα της Δικαιοσύνης και της Ανάπτυξης να εγγυάται την Κεμαλική Δημοκρατία. Θέλει το πολιτικό σύστημα της Τουρκίας να μη διαφέρει σε τίποτα από τα Δυτικά πολιτεύματα και θεωρεί ότι αυτή την εντολή έλαβε και ότι του χρόνου θα την ξαναλάβει. Εν ολίγοις ο Ερτοάν θέλει να πάρει τη σκυτάλη από τον αξεπέραστο Κεμάλ. Ο ευσεβής Μουσουλμάνος Ταϊπ να οδηγήσει το Κεμαλικό κοσμικό κράτος πέρα απ’ τα όρια που ακόμα και αυτός ο Κεμάλ δεν μπορούσε να φανταστεί. Να κάνει την Τουρκία μια αψεγάδιαστη ευρωπαϊκή πολιτεία.
Είναι ένα μεγαλειώδες όραμα αλλά απέναντί του υπάρχει το κατεστημένο υπέρ του οποίου πολιτεύεται ο Ντενίζ Μπαϊκάλ, ο έξαλλος αντίπαλος του Ερτοάν, σε απόλυτη αρμονία με τους βλοσυρούς στρατηγούς. Υπάρχει η Τουρκική νομενκλατούρα που μόνο έναν τρόπο ζωής ξέρει, τον υποκριτικό. Υπάρχει η πλουτοκρατία, που μετά τον αρχικό ενθουσιασμό βλέπει ότι ο επαναστατικός οίστρος του Ερτοάν της κοστίζει αβάσταχτα. Υπάρχουν οι αστοί που ενώ στην αρχή πήγαν μαζί του, απαυδισμένοι από τη διαφθορά και τα αδιέξοδα, τώρα φοβούνται την αστάθεια και την αβεβαιότητα. Έχουν μείνει μόνο οι φτωχοί που εξακολουθούν, όμως, να γίνονται φτωχότεροι. Από τη μεριά τους οι στρατηγοί, που στην αρχή δεν εμπιστεύονταν τον πρωθυπουργό λόγω της αφοσίωσής του στο Ισλάμ, τώρα κατάλαβαν ότι δεν είναι αυτό το πρόβλημα. Ο Ερτοάν θέλει όλη την εξουσία που δικαιούται από τις ψήφους που κέρδισε. Και ενώ η Τουρκία άρχισε να μετακινείται προς τη μετα-Κεμαλική εποχή, αδιανόητο και να το λέει κανείς, παράλληλα ενισχύεται και ο παραδοσιακός γεωστρατηγικός μαξιμαλισμός της, επί του οποίου άπαντες όσοι διεκδικούν εξουσία στη γειτονική χώρα σπεύδουν να πλειοδοτήσουν. Σε τίποτα δεν διαφέρουν οι τωρινές αιτιάσεις της Τουρκικής πολιτικής και πολιτειακής ηγεσίας εναντίον της Ελλάδας, από αυτά που λέγονταν από όλους τους Τούρκους πολιτικούς μετά τον Αττίλα.

(συνεχίζεται)

This page is powered by Blogger. Isn't yours?